Καινούριος στα γερμανικά
Μετάφραση: καινούριος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
neuen, neu, neuer, neues, neue, Student im ersten Jahr, Freshman, Neuling, Erstsemester
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καινούριος
καινούριος πλανήτης, καινούριος ή καινούργιος, καινούριος αγρότης, καινούριοσ χρόνοσ πάλι ξημερώνει, καινούριος ανασχηματισμός κυβέρνησης, καινούριος λεξικό γλώσσας γερμανικά, καινούριος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- καινοτόμος στα γερμανικά - neu, innovativ, neuartig, Innovation, Innovationen, innovative, innovativen
- καινοφανής στα γερμανικά - neu, roman, neumodisch, neuartig, originell, Roman, neue, ...
- καιρός στα γερμανικά - tempo, wetter, zeitpunkt, uhrzeit, weder, trotzen, takt, ...
- κακά στα γερμανικά - schlecht, dringend, schlimm, böse, schlechter, schlechte
Τυχαίες λέξεις
Καινούριος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: neuen, neu, neuer, neues, neue, Student im ersten Jahr, Freshman, Neuling, Erstsemester
Μεταφράσεις: neuen, neu, neuer, neues, neue, Student im ersten Jahr, Freshman, Neuling, Erstsemester