Καυστήρας στα γερμανικά

Μετάφραση: καυστήρας, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erhitzer, kessel, siedekessel, kocher, dampfkessel, Brenner, Brenners
Καυστήρας στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καυστήρας

καυστήρας pellet, καυστήρας φυσικού αερίου, καυστήρας πελλετ, καυστήρας πετρελαίου, καυστήρας πέλλετ τιμή, καυστήρας λεξικό γλώσσας γερμανικά, καυστήρας στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • καυγαδίζω στα γερμανικά - streit, wortwechsel, auseinandersetzung, streiten, zank, zerwürfnis, krach, ...
  • καυσαέριο στα γερμανικά - dunst, schwaden, qualm, rauchen, qualmen, rauch, Abgas, ...
  • καυστικός στα γερμανικά - törtchen, torte, obstkuchen, schlampe, ätzend, ätzmittel, prostituierte, ...
  • καυτερός στα γερμανικά - glühend, Verbrennung, brennend, Brennen, brenn, brennenden
Τυχαίες λέξεις
Καυστήρας στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: erhitzer, kessel, siedekessel, kocher, dampfkessel, Brenner, Brenners