Κερδοσκοπία στα γερμανικά
Μετάφραση: κερδοσκοπία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vermutung, rätselraten, spekulation, mutmaßung, Spekulation, Spekulationen, Spekulations, spekuliert
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κερδοσκοπία
κερδοσκοπία προθεσμίας, κερδοσκοπία του έλληνα πρωθυπουργού σε βάρος της χώρας του, κερδοσκοπία συνώνυμο, κερδοσκοπία στην αγορά συναλλάγματος, κερδοσκοπία αντί ενημέρωσης, κερδοσκοπία λεξικό γλώσσας γερμανικά, κερδοσκοπία στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κερδίζω στα γερμανικά - verdienen, gewinnen, siegen, erlangen, Sieg, Gewinn, Win
- κερδομανής στα γερμανικά - zupackend, gierig, packend, geldgierig, kerdomanis
- κερδοσκοπικός στα γερμανικά - riskant, risikoreich, neugierig, spekulativ, spekulativen, spekulative, Spekulations, ...
- κερδοσκοπώ στα γερμανικά - spekulieren, überlegen, nachdenken, meditieren, Geschäftemacher, Wucherer, Profitmacher
Τυχαίες λέξεις
Κερδοσκοπία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: vermutung, rätselraten, spekulation, mutmaßung, Spekulation, Spekulationen, Spekulations, spekuliert
Μεταφράσεις: vermutung, rätselraten, spekulation, mutmaßung, Spekulation, Spekulationen, Spekulations, spekuliert