Κοιμάμαι στα γερμανικά
Μετάφραση: κοιμάμαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlaf, schlafen, schlummer, Schlaf, Hotels, Ruhe
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιμάμαι
κοιμάμαι τον ύπνο του δικαίου, κοιμάμαι πολύ, κοιμάμαι μεγαλώνω νουνου, κοιμάμαι και μεγαλώνω, κοιμάμαι με ανοιχτό στόμα, κοιμάμαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, κοιμάμαι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κοιλιακός στα γερμανικά - abdominal, Bauch, abdominale, abdominalen
- κοιλότητα στα γερμανικά - hohlraum, schlafzimmer, aushöhlung, höhle, karies, kammer, zimmer, ...
- κοινά στα γερμανικά - gemeinsam, gewöhnlich, Unterhaus, Mensa, commons, Allmende, Gemeingüter
- κοινοβουλευτικός στα γερμανικά - parlamentarisch, parlamentarischen, Parlaments, parlamentarische, parlamentarischer
Τυχαίες λέξεις
Κοιμάμαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schlaf, schlafen, schlummer, Schlaf, Hotels, Ruhe
Μεταφράσεις: schlaf, schlafen, schlummer, Schlaf, Hotels, Ruhe