Λιμοκτονώ στα γερμανικά
Μετάφραση: λιμοκτονώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hungern, dürsten, verhungern, zu verhungern, auszuhungern
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιμοκτονώ
λιμοκτονώ συνωνυμο, λιμοκτονώ αντωνυμο, λιμοκτονώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, λιμοκτονώ στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- λιμνάζων στα γερμανικά - stillstehend, stockend, Stagnation, Stagnations, Stau, Stillstand
- λιμνούλα στα γερμανικά - urinieren, teich, lache, spieleinsatz, konsortium, einsatz, gemeinschaftsunternehmen, ...
- λιμουζίνα στα γερμανικά - limousine, Limousine, Limousinen
- λιμός στα γερμανικά - hungersnot, Hungersnot, Hunger, Hungersnöte, Hungers
Τυχαίες λέξεις
Λιμοκτονώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hungern, dürsten, verhungern, zu verhungern, auszuhungern
Μεταφράσεις: hungern, dürsten, verhungern, zu verhungern, auszuhungern