Μέτωπο στα γερμανικά
Μετάφραση: μέτωπο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stirn, Stirn, die Stirn, der Stirn, Stirne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτωπο
μέτωπο δικηγορικής αντίστασης, μέτωπο απελευθέρωσης των ζώων, μέτωπο αγώνα σπουδαστών, μέτωπο γυναικών, μέτωπο ρήξης και ανατροπής, μέτωπο λεξικό γλώσσας γερμανικά, μέτωπο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μέτριος στα γερμανικά - mäßig, annehmbar, passierbar, mittelmäßig, mitte, agens, mildern, ...
- μέτρο στα γερμανικά - meter, versmaß, messen, messer, norm, metrik, standard, ...
- μέχρι στα γερμανικά - hinhalten, geschiebelehm, kasse, geldkasse, vertrösten, geldschublade, ladenkasse, ...
- μήκος στα γερμανικά - lange, länge, dauer, umfang, Länge, Längen, Weite, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτωπο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: stirn, Stirn, die Stirn, der Stirn, Stirne
Μεταφράσεις: stirn, Stirn, die Stirn, der Stirn, Stirne