Ματαιοδοξία στα γερμανικά

Μετάφραση: ματαιοδοξία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
egoismus, vergeblichkeit, eingebildetheit, nichtigkeit, aufgeblasenheit, eitelkeit, einbildung, frisierkommode, Eitelkeit, Waschtisch, Kosmetik, Wasch
Ματαιοδοξία στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ματαιοδοξία

ματαιοδοξία ερμηνεια, ματαιοδοξία λεξικό, ματαιοδοξία συνώνυμα, ματαιοδοξία in english, ματαιοδοξία αγγλικά, ματαιοδοξία λεξικό γλώσσας γερμανικά, ματαιοδοξία στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μαστροπός στα γερμανικά - zuhälter, kuppler, Zuhälter, pimp, Kuppler, Zuhälters
  • μασώ στα γερμανικά - kauen, zerkauen, masticate, mastizieren, zerkleinern
  • ματαιόδοξος στα γερμανικά - eitel, unfruchtbar, fruchtlos, steril, eingebildet, vergeblich, bildet, ...
  • ματαιότητα στα γερμανικά - einbildung, eingebildetheit, egoismus, aufgeblasenheit, eitelkeit, nichtigkeit, frisierkommode, ...
Τυχαίες λέξεις
Ματαιοδοξία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: egoismus, vergeblichkeit, eingebildetheit, nichtigkeit, aufgeblasenheit, eitelkeit, einbildung, frisierkommode, Eitelkeit, Waschtisch, Kosmetik, Wasch