Μόριο στα γερμανικά

Μετάφραση: μόριο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
partikel, n, teilchen, Molekül, Moleküls
Μόριο στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μόριο

μόριο γλυκόζης, μόριο άτομο, μόριο υδρογόνου, μόριο νερού, μόριο φυσική, μόριο λεξικό γλώσσας γερμανικά, μόριο στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μόνο στα γερμανικά - einsam, einzig, lediglich, allein, nur, einzige, erst, ...
  • μόνος στα γερμανικά - abgeschieden, einzig, ledig, eins, unverheiratet, einsam, alleine, ...
  • μόρτης στα γερμανικά - boden, scheißkerl, gammler, lausig, schuft, minderwertig, landstreicher, ...
  • μόρφωση στα γερμανικά - erziehung, pädagogik, unterricht, ausbildung, unterrichtswesen, bildung, bildungswesen, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόριο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: partikel, n, teilchen, Molekül, Moleküls