Σωματικά στα γερμανικά

Μετάφραση: σωματικά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
körperlich, leiblich, Körper, körperlichen, körperliche
Σωματικά στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματικά

σωματικά υγρά, σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα των μουσικών, σωματικά κύτταρα στο γάλα, σωματικά συμπτώματα άγχους, σωματικά συμπτώματα, σωματικά λεξικό γλώσσας γερμανικά, σωματικά στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • σωματείο στα γερμανικά - club, innung, klub, zunft, gilde, Gesellschaft, Körperschaft, ...
  • σωματειακός στα γερμανικά - einigkeit, vereinigung, gewerkschaft, verein, somateiakos
  • σωματικός στα γερμανικά - musterung, physikalisch, gewaltsam, technische, körperlich, physisch, physikalischen, ...
  • σωματοφύλακας στα γερμανικά - leibwächter, Leibwächter, Leibwache, Bodyguard
Τυχαίες λέξεις
Σωματικά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: körperlich, leiblich, Körper, körperlichen, körperliche