Έκλυση στα δανικά

Μετάφραση: έκλυση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
frigivelse, release, overgang, frigivelsen, udgivelse
Έκλυση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκλυση

έκκληση ετυμολογία, έκλυση μεθανίου, έκλυση ραδιενέργειας, εκλυση συνώνυμο, έκλυση wiki, έκλυση λεξικό γλώσσας δανικά, έκλυση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • έκθεση στα δανικά - prøve, stil, essay, rapport, betænkning, rapporten, beretning, ...
  • έκκληση στα δανικά - appel, appellen, klage, klagen, appelsag
  • έκλυτος στα δανικά - rakish, udsvævende
  • έκπαγλος στα δανικά - ekpaglos
Τυχαίες λέξεις
Έκλυση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: frigivelse, release, overgang, frigivelsen, udgivelse