Ένεση στα δανικά
Μετάφραση: ένεση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
injektion, injektionsvæske, indsprøjtning, injektionen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένεση
ένεση βιταμίνης κ, ένεση στο μάτι, ένεση ινσουλίνης, ένεση ονειροκρίτης, ένεση καμφοράς, ένεση λεξικό γλώσσας δανικά, ένεση στα δανικά
Μεταφράσεις
- ένδειξη στα δανικά - indikation, angivelse, betegnelse, tegn, indikationen
- ένδοξος στα δανικά - berømt, herlige, herlig, glorværdige, strålende, glorværdig
- ένζυμο στα δανικά - enzym, enzymet
- ένιωθα στα δανικά - filt, jeg, I
Τυχαίες λέξεις
Ένεση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: injektion, injektionsvæske, indsprøjtning, injektionen
Μεταφράσεις: injektion, injektionsvæske, indsprøjtning, injektionen