Αγαλματάκι στα δανικά
Μετάφραση: αγαλματάκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
statuette, statuetten, statue
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγαλματάκι
αγαλματάκι λεξικό γλώσσας δανικά, αγαλματάκι στα δανικά
Μεταφράσεις
- αγαθό στα δανικά - vare, god, godt, gode, en god
- αγαθός στα δανικά - god, dygtig, godt, gode, en god
- αγανάκτηση στα δανικά - råb, skrig, indignation, harme, forargelse, vrede, Fortørnelse
- αγαπημένος στα δανικά - kær, kære, kæreste, Sweetheart, skat, kæresten
Τυχαίες λέξεις
Αγαλματάκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: statuette, statuetten, statue
Μεταφράσεις: statuette, statuetten, statue