Αγγειακός στα δανικά
Μετάφραση: αγγειακός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vaskulær, vaskulære, kar, vaskulært
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγειακός
αγγειακός δακτύλιος, αγγειακός σπίλος, αγγειακός τόνος, αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας, αγγειακόσ παρκινσονισμόσ, αγγειακός λεξικό γλώσσας δανικά, αγγειακός στα δανικά
Μεταφράσεις
- αγγαρεία στα δανικά - opgave, arbejde, male, akkord, sur pligt
- αγγείο στα δανικά - beholder, skib, vase, vasen, vaser, vase af
- αγγειοπλάστης στα δανικά - Potter, pottemager, pottemageren, keramiker
- αγγειοπλαστική στα δανικά - keramik, Pottery, lervarer, lertøj
Τυχαίες λέξεις
Αγγειακός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vaskulær, vaskulære, kar, vaskulært
Μεταφράσεις: vaskulær, vaskulære, kar, vaskulært