Αγκάθι στα δανικά
Μετάφραση: αγκάθι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
torn, rygrad, Thorn, barbed, Thorns, tornen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγκάθι
αγκάθι του χριστού φυτό, αγκάθι στο λαιμό, αγκάθι αχινού, αγκάθι του αγίου ιωάννη ή βαλσαμόχορτο, αγκάθι στα αρχαία, αγκάθι λεξικό γλώσσας δανικά, αγκάθι στα δανικά
Μεταφράσεις
- αγιοπρεπής στα δανικά - agioprepis
- αγιότητα στα δανικά - hellighed, hellige, hellighedens, helligt
- αγκάλιασμα στα δανικά - omfavne, knus, kram, hug, kramme
- αγκίδα στα δανικά - splint, splinter, splinten, splintre, udbrydergruppe
Τυχαίες λέξεις
Αγκάθι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: torn, rygrad, Thorn, barbed, Thorns, tornen
Μεταφράσεις: torn, rygrad, Thorn, barbed, Thorns, tornen