Αγχώδης στα δανικά

Μετάφραση: αγχώδης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
angst, ængstelse, bekymring, uro
Αγχώδης στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγχώδης

αγχώδης διαταραχή, αγχώδης διαταραχή μελέτη περίπτωσης, αγχώδης αντιδραστική νεύρωση, αγχώδης νεύρωση, αγχώδης διαταραχή αντιμετώπιση, αγχώδης λεξικό γλώσσας δανικά, αγχώδης στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αγχωμένος στα δανικά - ængstelig, ivrig efter, ivrig, bekymrede, ivrige efter
  • αγχόνη στα δανικά - galge, galgen, galgerne, galger
  • αγωγή στα δανικά - handling, aktion, behandling, behandlingen
  • αγωγός στα δανικά - kanal, kanalen, rørledning, ventilationskanal, kanalsystemet
Τυχαίες λέξεις
Αγχώδης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: angst, ængstelse, bekymring, uro