Ανασκευάζω στα δανικά
Μετάφραση: ανασκευάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
confute
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανασκευάζω
ανασκευάζω λεξικο, ανασκευάζω οικογενεια λεξεων, ανασκευάζω βικιλεξικο, ανασκευάζω επιχείρημα, ανασκευάζω συνωνυμα, ανασκευάζω λεξικό γλώσσας δανικά, ανασκευάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- αναρχικός στα δανικά - anarkist, anarkistiske, anarkistisk, anarkisten, anarchist
- αναρωτιέμαι στα δανικά - vidunder, spekulerer, spekulerer på, undre, undre sig
- ανασκοπώ στα δανικά - anmeldelse, gå over, gennemgå, at gå over, at gennemgå, gaa over
- ανασκόπηση στα δανικά - anmeldelse, bedømmelse, gennemgang, revision, anmelselse
Τυχαίες λέξεις
Ανασκευάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: confute
Μεταφράσεις: confute