Ανατριχίλα στα δανικά
Μετάφραση: ανατριχίλα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skælven, ryste, gåsehud
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατριχίλα
ανατριχίλα και συγκίνηση ο μίκαελ σουμάχερ έχει, ανατριχίλα και συγκίνηση ο μίκαελ σουμάχερ, ανατριχίλα και συγκίνηση ο μίκαελ, ανατριχίλα στο κεφάλι, ανατριχίλα και συγκίνηση ο σουμάχερ έχει, ανατριχίλα λεξικό γλώσσας δανικά, ανατριχίλα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανατρέφω στα δανικά - avle, opdrage, løfte, hæve, race, yngler, opdrætte, ...
- ανατρέχω στα δανικά - tilbagevirkende kraft, med tilbagevirkende kraft, tilbagevirkende kraft at, tilbagedatere, med tilbagevirkende kraft at
- ανατριχιάζω στα δανικά - gyse, gysen, gyser, gys, at gyse
- ανατροπή στα δανικά - styrte, omstyrtelse, vælte, omstyrtelsen, væltet
Τυχαίες λέξεις
Ανατριχίλα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skælven, ryste, gåsehud
Μεταφράσεις: skælven, ryste, gåsehud