Αντιδρώ στα δανικά
Μετάφραση: αντιδρώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
reagere, reagerer, at reagere, reaktion
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιδρώ
αντιδρώ συνώνυμα, αντιδρώ συνώνυμο, αντιδρώ λεξικό γλώσσας δανικά, αντιδρώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- αντιδιαστολή στα δανικά - modsætning
- αντιδραστήρας στα δανικά - kernereaktor, reaktor, reaktoren, reaktorens
- αντιζηλία στα δανικά - rivalisering, rivaliseringen, konkurrence, rivalitet, rivaliseren
- αντιθετικός στα δανικά - antitetiske
Τυχαίες λέξεις
Αντιδρώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: reagere, reagerer, at reagere, reaktion
Μεταφράσεις: reagere, reagerer, at reagere, reaktion