Αποδείξεις στα δανικά

Μετάφραση: αποδείξεις, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dokumentation, beviser, bevismateriale, bevis, tegn
Αποδείξεις στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδείξεις

αποδείξεις 2014, αποδείξεις μαθηματικών κατεύθυνσης γ λυκείου 2013, αποδείξεις εφορίας 2014, αποδείξεις 2013, αποδείξεις μαθηματικών κατεύθυνσης γ λυκείου 2014, αποδείξεις λεξικό γλώσσας δανικά, αποδείξεις στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αποδέχομαι στα δανικά - modtage, tage, godtage, acceptere, accepterer, modtager, at acceptere
  • αποδίδω στα δανικά - forestille, gøre, egenskab, udføre, servere, attribut, attributten, ...
  • αποδεικνύω στα δανικά - teste, bevise, vise, vise sig, godtgøre
  • αποδεκατίζω στα δανικά - decimere, decimerer, udslet, tynde ud
Τυχαίες λέξεις
Αποδείξεις στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dokumentation, beviser, bevismateriale, bevis, tegn