Αρχιφύλακας στα δανικά
Μετάφραση: αρχιφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Warden, Gardenen, vagten, fængselsinspektøren, opsynsmand
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχιφύλακας
αρχιφύλακας πμς, αρχιφύλακασ αδαμαντία σιάφλα, αρχιφύλακας νίκος γεωργακόπουλος, αρχιφύλακας στα αγγλικά, αρχιφύλακας λιόνα μαρία, αρχιφύλακας λεξικό γλώσσας δανικά, αρχιφύλακας στα δανικά
Μεταφράσεις
- αρχιτεκτονική στα δανικά - arkitektur, arkitekturen, struktur
- αρχιτεκτονικός στα δανικά - arkitektoniske, arkitektonisk, arkitektur, den arkitektoniske, arkitektkonkurrence
- αρωγή στα δανικά - hjælpemiddel, bistand, hjælpe, hjælp, bidrage, hjælper, at hjælpe
- αρωματικός στα δανικά - aromatisk, aromatiske
Τυχαίες λέξεις
Αρχιφύλακας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Warden, Gardenen, vagten, fængselsinspektøren, opsynsmand
Μεταφράσεις: Warden, Gardenen, vagten, fængselsinspektøren, opsynsmand