Αυγό στα δανικά
Μετάφραση: αυγό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
æg, ægget, æggeblomme, egg
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυγό
αυγό μελάτο, αυγό ονειροκρίτης, αυγό ιδιότητες, αυγό με ψάρι, αυγό τηγανητό θερμίδες, αυγό λεξικό γλώσσας δανικά, αυγό στα δανικά
Μεταφράσεις
- ατύχημα στα δανικά - ulykkestilfælde, ulykke, uheld, ulykken, ulykker, et uheld
- αυγή στα δανικά - daggry, dawn, begyndelsen, indgangen, solopgang
- αυθάδεια στα δανικά - forwardness
- αυθάδης στα δανικά - sassy, frække, næsvis, fræk, Langærmet
Τυχαίες λέξεις
Αυγό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: æg, ægget, æggeblomme, egg
Μεταφράσεις: æg, ægget, æggeblomme, egg