Βαμβάκι στα δανικά
Μετάφραση: βαμβάκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bomuld, af bomuld
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαμβάκι
βαμβάκι περκάλι, βαμβάκι χαλάνδρι, βαμβάκι στην ελιά, βαμβάκι τιμή, βαμβάκι 2012, βαμβάκι λεξικό γλώσσας δανικά, βαμβάκι στα δανικά
Μεταφράσεις
- βαλς στα δανικά - Waltz, valsen, Vals, valse
- βαλτός στα δανικά - mose, marsk, Marsh, mosen, marsken
- βαμβακερό στα δανικά - bomuld, af bomuld
- βαμβακερός στα δανικά - bomuld, i bomuld, for bomuld, med bomuld, sig med bomuld
Τυχαίες λέξεις
Βαμβάκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bomuld, af bomuld
Μεταφράσεις: bomuld, af bomuld