Βελανιδιά στα δανικά
Μετάφραση: βελανιδιά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
eg, egetræ, Oak, i Oak, af egetræ
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελανιδιά
βελανιδιά φυλλοβόλο, βελανιδιά ανθοπωλείο, βελανιδιά του σικελιανού, βελανιδιά τυροπιτες, βελανιδιά αργολίδας, βελανιδιά λεξικό γλώσσας δανικά, βελανιδιά στα δανικά
Μεταφράσεις
- βελάζω στα δανικά - bræge, bræger, bræger op
- βελανίδι στα δανικά - agern, Acorn, af Acorn, Konge
- βελονισμός στα δανικά - akupunktur
- βελούδινος στα δανικά - fløjl, velvet, velour
Τυχαίες λέξεις
Βελανιδιά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: eg, egetræ, Oak, i Oak, af egetræ
Μεταφράσεις: eg, egetræ, Oak, i Oak, af egetræ