Γνωστός στα δανικά
Μετάφραση: γνωστός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
berømt, kendt, kendte, en kendt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γνωστός
γνωστός έλληνας επιχειρηματίας πρώην πράκτορας της στάζι, γνωστός σεφ-μάγειρας gay ζευγάρι με παρουσιαστή, γνωστός συνώνυμα, γνωστός σεφ σκοτώθηκε, γνωστός καθηγητής ποινικού δικαίου πιάστηκε να κλέβει βιβλία, γνωστός λεξικό γλώσσας δανικά, γνωστός στα δανικά
Μεταφράσεις
- γνωστοποιώ στα δανικά - anmelde, underrette, meddele, meddeler, underretter
- γνωστό στα δανικά - kendt, kendte, en kendt
- γνώμη στα δανικά - mening, udtalelse, holdning skrevet, skrevet, opfattelse
- γνώρισμα στα δανικά - funktion, funktionen, træk, karakteristika
Τυχαίες λέξεις
Γνωστός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: berømt, kendt, kendte, en kendt
Μεταφράσεις: berømt, kendt, kendte, en kendt