Γρήγορος στα δανικά
Μετάφραση: γρήγορος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hurtig, fast, hurtigt, hurtige
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γρήγορος
γρήγορος υπολογισμός φόρου εισοδήματος 2013, γρήγορος θάνατος, γρήγορος υπολογισμός φόρου 2014, γρήγορος άργος, γρήγορος browser, γρήγορος λεξικό γλώσσας δανικά, γρήγορος στα δανικά
Μεταφράσεις
- γράσο στα δανικά - fedt, smørefedt, fedtet, fedtstof
- γρήγορα στα δανικά - hurtig, fast, hurtigt, hurtigere, hurtigt at, hurtigst
- γρίπη στα δανικά - influenza, influenzalignende, flu
- γρίφος στα δανικά - mystik, gåde, mysterium, puslespil, puzzle, puzzler
Τυχαίες λέξεις
Γρήγορος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hurtig, fast, hurtigt, hurtige
Μεταφράσεις: hurtig, fast, hurtigt, hurtige