Δεμένος στα δανικά
Μετάφραση: δεμένος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
springe, indskrænke, begrænsning, bundet, bundne, grænse, indbundet, bunden
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεμένος
δεμένος σκύλος, δεμένος συνωνυμα, δεμένοσ εδώ, δεμένος στα αγγλικά, δεμένοσ πισθάγκωνα στο μεσιανό κατάρτι, δεμένος λεξικό γλώσσας δανικά, δεμένος στα δανικά
Μεταφράσεις
- δελτίο στα δανικά - skema, form, formular, blanket, klasse, slags, beretning, ...
- δελφίνι στα δανικά - delfin, Dolphin, delfiner, af delfiner, delfinen
- δεν στα δανικά - ikke, ikke er, der ikke
- δεντρογέρακας στα δανικά - hobby, hobbyer, Hobby, fritidsinteresser, Hobbies, Hobbier
Τυχαίες λέξεις
Δεμένος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: springe, indskrænke, begrænsning, bundet, bundne, grænse, indbundet, bunden
Μεταφράσεις: springe, indskrænke, begrænsning, bundet, bundne, grænse, indbundet, bunden