Δηλώνω στα δανικά
Μετάφραση: δηλώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
erklære, erklærer, fastslås
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δηλώνω
δηλώνω υπεύθυνα ότι δεν φιλοξενούμαι, δηλώνω στα αγγλικα, δηλώνω παρών, δηλώνω μόνος, δηλώνω υπεύθυνα ότι, δηλώνω λεξικό γλώσσας δανικά, δηλώνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- δηλητηρίαση στα δανικά - forgiftning, forgiftninger, forgiftningen
- δηλητηριώδης στα δανικά - giftig, giftige, giftigt, gift
- δημεύω στα δανικά - konfiskere, konfiskation, beslaglægge, at konfiskere, konfiskerer
- δημητριακά στα δανικά - korn, kom, af korn, kornarter
Τυχαίες λέξεις
Δηλώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: erklære, erklærer, fastslås
Μεταφράσεις: erklære, erklærer, fastslås