Διαδραματίζω στα δανικά
Μετάφραση: διαδραματίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ske, spille, spiller, afspille, at spille, lege
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαδραματίζω
διαδραματίζω ορισμός, διαδραματίζω προταση, διαδραματίζω βικιλεξικο, διαδραματίζω αγγλικά, διαδραματίζω ρόλο, διαδραματίζω λεξικό γλώσσας δανικά, διαδραματίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- διαδοχή στα δανικά - succession, rækkefølge, hinanden, træk, arv
- διαδοχικός στα δανικά - successional
- διαδρομή στα δανικά - sti, rute, vej, ruten, hvilken rute
- διαζύγιο στα δανικά - skilsmisse, skilsmissen, skilsmisser, skilt
Τυχαίες λέξεις
Διαδραματίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ske, spille, spiller, afspille, at spille, lege
Μεταφράσεις: ske, spille, spiller, afspille, at spille, lege