Διαπεραστικός στα δανικά

Μετάφραση: διαπεραστικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skingrende, skinger, skingre, skærende, skingert
Διαπεραστικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπεραστικός

διαπεραστικός λεξικό γλώσσας δανικά, διαπεραστικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διανοούμενος στα δανικά - intellektuel, intellektuelle, den intellektuelle, immaterielle, af intellektuelle
  • διανύω στα δανικά - være, findes, eksistere, rejste, rejst, rejste som, tilbagelagt
  • διαπερατότητα στα δανικά - permeabilitet, permeabiliteten, gennemtrængelighed, gennemtrængeligheden
  • διαπερνώ στα δανικά - trænge, trænge ind, trænger, trænge igennem, gennemtrænge
Τυχαίες λέξεις
Διαπεραστικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skingrende, skinger, skingre, skærende, skingert