Διασταύρωση στα δανικά

Μετάφραση: διασταύρωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
junction, krydset, kryds, vejkryds, frakørsel
Διασταύρωση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασταύρωση

διασταύρωση πεύκου, διασταύρωση ελέγχου, διασταύρωση αφμ, διασταύρωση αίματοσ, διασταύρωση σκύλων, διασταύρωση λεξικό γλώσσας δανικά, διασταύρωση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διαστέλλω στα δανικά - spile, udvide, dilatere, udvide sig, spile op
  • διασταλτός στα δανικά - dilatable
  • διαστολή στα δανικά - ekspansion, udvidelse, udvidelsen, udbygning, vækst
  • διαστρεβλώνω στα δανικά - garble
Τυχαίες λέξεις
Διασταύρωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: junction, krydset, kryds, vejkryds, frakørsel