Εγκεφαλικός στα δανικά
Μετάφραση: εγκεφαλικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
cerebral, cerebrale, cerebralt, hjernen, hjerne
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκεφαλικός
εγκεφαλικός μίσχος, εγκεφαλικός άνθρωπος, εγκεφαλικός εγκολεασμός, εγκεφαλικός πυρετός, εγκεφαλικός όγκος, εγκεφαλικός λεξικό γλώσσας δανικά, εγκεφαλικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- εγκαταλειμμένος στα δανικά - opgivet, forladte, forladt, opgives, opgav
- εγκεφαλικό στα δανικά - stryge, slag, slagtilfælde, streg, takts, apopleksi
- εγκλείω στα δανικά - encase
- εγκλεισμός στα δανικά - Indkapsling, Encapsulation, indkapslingen, Kapsling, Indkapslingsmateriale
Τυχαίες λέξεις
Εγκεφαλικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: cerebral, cerebrale, cerebralt, hjernen, hjerne
Μεταφράσεις: cerebral, cerebrale, cerebralt, hjernen, hjerne