Εγχάραξη στα δανικά

Μετάφραση: εγχάραξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gravering, indgravering, kobberstik, graveringen
Εγχάραξη στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγχάραξη

εγχάραξη λεξικό γλώσσας δανικά, εγχάραξη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εγκυμοσύνη στα δανικά - graviditet, graviditeten, drægtighed, med graviditet
  • εγκόσμιος στα δανικά - verdslige, hverdagsagtige, trivielle, banalt, helt jordnære
  • εγχείρημα στα δανικά - projekt, projektet, projektets
  • εγχείρηση στα δανικά - operation, kirurgi, operationen, plastikkirurgi, operationer
Τυχαίες λέξεις
Εγχάραξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gravering, indgravering, kobberstik, graveringen