Εισβολέας στα δανικά

Μετάφραση: εισβολέας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hacker, angriber, angriberen, hackeren
Εισβολέας στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισβολέας

εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο στιχοι, εισβολέας & eversor - καμικάζι, εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας λεξικό γλώσσας δανικά, εισβολέας στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εισαγωγικός στα δανικά - indledende, indledning, indledningen
  • εισβάλλω στα δανικά - invadere, invaderer, at invadere, trænge ind, trænge
  • εισβολή στα δανικά - invasion, invasionen, krænkelse
  • εισιτήριο στα δανικά - billet, billetter, billetten, billetkøb
Τυχαίες λέξεις
Εισβολέας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hacker, angriber, angriberen, hackeren