Εκδηλωτικός στα δανικά
Μετάφραση: εκδηλωτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
demonstrative, demonstrativ, demonstrationsværdi, demonstrativt, præsentationsvideo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκδηλωτικός
εκδηλωτικός λεξικό γλώσσας δανικά, εκδηλωτικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- εκδίδω στα δανικά - edit, redigere, Rediger, Redigér, på Rediger
- εκδίκηση στα δανικά - hævn, hævne, hævne sig, hćvn
- εκδικάζω στα δανικά - forsøge, teste, forsøg, anstrengelse, indsats, prøve, ekdikazo
- εκδικητικός στα δανικά - hævngerrig, hævngerrige, hævngerrigt, en hævngerrig
Τυχαίες λέξεις
Εκδηλωτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: demonstrative, demonstrativ, demonstrationsværdi, demonstrativt, præsentationsvideo
Μεταφράσεις: demonstrative, demonstrativ, demonstrationsværdi, demonstrativt, præsentationsvideo