Εκτιμώ στα δανικά
Μετάφραση: εκτιμώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vurdere, værdi, værdsætte, værdsætter, sætter pris, sætte pris, sætte pris på
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτιμώ
εκτιμώ ορισμος, εκτιμώ συνώνυμα, εκτιμώ κλίση, εκτιμώ en francais, εκτιμώ βαθύτατα, εκτιμώ λεξικό γλώσσας δανικά, εκτιμώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- εκτεταμένος στα δανικά - omfattende, lang, stor, store, en omfattende
- εκτιμητής στα δανικά - estimator, estimatoren, estimatorens
- εκτινάσσομαι στα δανικά - fjeder, kilde, springe, vår, forår, udtømme, at udtømme, ...
- εκτινάσσω στα δανικά - skyde, katapult, katapulten, catapult, slangebøsse
Τυχαίες λέξεις
Εκτιμώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vurdere, værdi, værdsætte, værdsætter, sætter pris, sætte pris, sætte pris på
Μεταφράσεις: vurdere, værdi, værdsætte, værdsætter, sætter pris, sætte pris, sætte pris på