Ελικοειδής στα δανικά

Μετάφραση: ελικοειδής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spiralformet, spiralformede, skrueformet, skrueformede, skruelinieformet
Ελικοειδής στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελικοειδής

ελικοειδής κίνηση, ελικοειδής κεραία, ελικοειδής αξονική τομογραφία, ελικοειδής σκάλα, ελικοειδής κολίτιδα, ελικοειδής λεξικό γλώσσας δανικά, ελικοειδής στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ελιά στα δανικά - oliven, oliventræ, olive, olivenolie, oliven-, olivenpresserester
  • ελιγμός στα δανικά - manøvre, spillerum, handlefrihed, manøvren, manøvrere
  • ελικόπτερο στα δανικά - helikopter, helikopteren, helikoptere, helicopter
  • ελκυστικός στα δανικά - attraktiv, attraktivt, attraktive, tiltrækkende
Τυχαίες λέξεις
Ελικοειδής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spiralformet, spiralformede, skrueformet, skrueformede, skruelinieformet