Επιστήμη στα δανικά
Μετάφραση: επιστήμη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
videnskab, videnskaben, videnskabelige, naturvidenskab, science
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιστήμη
επιστήμη και τεχνολογία υλικών, επιστήμη και τεχνολογία, επιστήμη και τεχνολογία υδατικών πόρων, επιστήμη και ζωή, επιστήμη και κοινωνία, επιστήμη λεξικό γλώσσας δανικά, επιστήμη στα δανικά
Μεταφράσεις
- επισπεύδω στα δανικά - hastighed, hast, fart, HIE, hic, hyp, VLADISLAVAS
- επιστάτης στα δανικά - Overlægen, forstander, superintendent, Opsynsmanden, inspektøren
- επιστημονικός στα δανικά - videnskabelig, videnskabelige, videnskabeligt, den videnskabelige
- επιστρέφω στα δανικά - indkomst, tilbagevenden, afkast, gengæld, tilbagesendelse, afkastet
Τυχαίες λέξεις
Επιστήμη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: videnskab, videnskaben, videnskabelige, naturvidenskab, science
Μεταφράσεις: videnskab, videnskaben, videnskabelige, naturvidenskab, science