Επιφύλαξη στα δανικά
Μετάφραση: επιφύλαξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forbehold, reservation, reservationen, reservering, reservere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιφύλαξη
επιφύλαξη δικαιωμάτων, επιφύλαξη υπέρ του νόμου, επιφύλαξη συνώνυμο, επιφύλαξη συνώνυμα, επιφύλαξη english, επιφύλαξη λεξικό γλώσσας δανικά, επιφύλαξη στα δανικά
Μεταφράσεις
- επιφυλακτικός στα δανικά - forsigtig, forsigtige, forsigtigt, forsigtig med
- επιφυλακτικότητα στα δανικά - fjernhed, reserverthed, distance, afstandtagen, aloofness
- επιφώνημα στα δανικά - udråbstegn, udråb, udbrud, exclamation
- επιχείρημα στα δανικά - debat, argument, skænderi, strid, argumentation, argumentet, argument om
Τυχαίες λέξεις
Επιφύλαξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forbehold, reservation, reservationen, reservering, reservere
Μεταφράσεις: forbehold, reservation, reservationen, reservering, reservere