Θερίζω στα δανικά

Μετάφραση: θερίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
afgrøde, høste, høst, klippe, slå, mow, klipper, Klip
Θερίζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θερίζω

θερίζω english, θερίζω σημασία, θερίζω λεξικό γλώσσας δανικά, θερίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • θεολογία στα δανικά - teologi, Teologiske, teologien, Theology
  • θεολόγος στα δανικά - teolog, teologen, Theolog, teologer
  • θεραπεία στα δανικά - terapi, kur, behandling, behandlingen
  • θεραπεύω στα δανικά - behandle, behandling, behandling af, behandler, at behandle
Τυχαίες λέξεις
Θερίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: afgrøde, høste, høst, klippe, slå, mow, klipper, Klip