Θύλακας στα δανικά
Μετάφραση: θύλακας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sac, vej, sæk, sækken
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θύλακας
θύλακας κοκκίνων, θύλακας ετυμολογία, τριχοσμηγματογόνος θύλακας, θύλακας τι σημαινει, θύλακας τρίχας, θύλακας λεξικό γλώσσας δανικά, θύλακας στα δανικά
Μεταφράσεις
- θόρυβος στα δανικά - støj, larm, støjen, lyd
- θύελλα στα δανικά - storm, stormen, uvejr, storme
- θύμα στα δανικά - offer, offeret, ofret, ofre, skadelidte
- θύρα στα δανικά - låge, dør, port, døren, siden, siden af
Τυχαίες λέξεις
Θύλακας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sac, vej, sæk, sækken
Μεταφράσεις: sac, vej, sæk, sækken