Καλύβα στα δανικά
Μετάφραση: καλύβα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
barak, hytte, hytten, hut
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλύβα
καλύβα χρηστάκη, καλύβα αικατερίνη, καλύβα ευαγγελία, καλύβα κατασκήνωση, καλύβα ψηλά στο βουνό, καλύβα λεξικό γλώσσας δανικά, καλύβα στα δανικά
Μεταφράσεις
- καλός στα δανικά - slags, dygtig, art, rar, venlig, godt, god, ...
- καλότυχος στα δανικά - lykkelig, heldig, heldigt, heldige, så heldig
- καλύπτω στα δανικά - dække, låg, tæppe, dæksel, cover, dækning, dækslet
- καλώ στα δανικά - kalde, råbe, opkald, call, indkaldelse, opkaldet, opfordring
Τυχαίες λέξεις
Καλύβα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: barak, hytte, hytten, hut
Μεταφράσεις: barak, hytte, hytten, hut