Καπαρώνω στα δανικά
Μετάφραση: καπαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bestille, bog, bind, bespeak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπαρώνω
καπαρώνω λεξικό γλώσσας δανικά, καπαρώνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- καπάτσος στα δανικά - dreven, listig, snu, ressourcestærke, opfindsomme, opfindsom, ressourcestærk, ...
- καπέλο στα δανικά - hat, hatten, hue, hatte
- καπατσοσύνη στα δανικά - gåpåmod, gumption, gåpåmod til
- καπετάνιος στα δανικά - kaptajn, kaptajnen, anfører, kaptajnens
Τυχαίες λέξεις
Καπαρώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bestille, bog, bind, bespeak
Μεταφράσεις: bestille, bog, bind, bespeak