Καρτέρι στα δανικά
Μετάφραση: καρτέρι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fælde, fælden, trap, fange
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρτέρι
ρηχό καρτέρι, καρτέρι σκοπιανού στον αβραμόπουλο και πως τον αποστόμωσε, καρτέρι θεσπρωτίασ, καρτέρι τσίχλας, χριστίνα καρτέρι, καρτέρι λεξικό γλώσσας δανικά, καρτέρι στα δανικά
Μεταφράσεις
- καρποφόρος στα δανικά - frugtbar, frugtbart, frugtbare, et frugtbart, udbytterig
- καρπός στα δανικά - frugt, frugter, frugten, af frugt, frugt-
- καρτερία στα δανικά - tålmodighed, udholdenhed, holdbarhed, endurance, udholdenhedstræning
- καρυκεύω στα δανικά - aroma, krydderi, Spice, krydderier, krydderiet, af Spice
Τυχαίες λέξεις
Καρτέρι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fælde, fælden, trap, fange
Μεταφράσεις: fælde, fælden, trap, fange