Κλειδί στα δανικά

Μετάφραση: κλειδί, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nøgle, tasten, nøglen, tast
Κλειδί στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλειδί

κλειδί ημαθίας, κλειδί του σολ, κλειδί φίλτρου λαδιού, κλειδί εκπα, κλειδί τύπου χρηματοκιβωτίου, κλειδί λεξικό γλώσσας δανικά, κλειδί στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κλαψιάρικος στα δανικά - klapsiarikos
  • κλείσιμο στα δανικά - lukning, lukningen, afslutning, afslutningen, lukket
  • κλειδαριά στα δανικά - låse, lås, låses, låser, at låse
  • κλειτορίδα στα δανικά - klitoris, klit, Clit
Τυχαίες λέξεις
Κλειδί στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nøgle, tasten, nøglen, tast