Κρεοπώλης στα δανικά
Μετάφραση: κρεοπώλης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
slagter, slagteren, butcher, slagterbutik
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρεοπώλης
52χρονος κρεοπώλης, κρεοπώλης ζητείται, κρεοπώλης σκότωσε, κρεοπώλης ονειροκρίτης, κρεοπώλης στην γερμανια, κρεοπώλης λεξικό γλώσσας δανικά, κρεοπώλης στα δανικά
Μεταφράσεις
- κρεμμύδι στα δανικά - løg, løget
- κρεμώ στα δανικά - hænge, Hang, hænger, Hæng, hÃ|nger
- κρεπ στα δανικά - crepe
- κρησαρίζω στα δανικά - si, krisarizo
Τυχαίες λέξεις
Κρεοπώλης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: slagter, slagteren, butcher, slagterbutik
Μεταφράσεις: slagter, slagteren, butcher, slagterbutik