Κόλπο στα δανικά

Μετάφραση: κόλπο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kneb, trick, stunt
Κόλπο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόλπο

κόλπο της βεγγάλης, κόλπο του ορφανού, κόλπο της αιώρησης, κόλπο με τράπουλα, κόλπο της ταϊλάνδης, κόλπο λεξικό γλώσσας δανικά, κόλπο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κόλλα στα δανικά - klister, bindemiddel, klistre, lim, lime, limen, af lim
  • κόλλημα στα δανικά - limning, limningen, lime, klæbning, klæbesystem
  • κόλπος στα δανικά - bugt, golf, bay, bugten, i bugt
  • κόμβος στα δανικά - knob, knude, node, knudepunkt, knudepunktet, noden
Τυχαίες λέξεις
Κόλπο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kneb, trick, stunt