Μουστάκι στα δανικά

Μετάφραση: μουστάκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
overskæg, moustache, mustache, overskægget
Μουστάκι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουστάκι

μουστάκι ονειροκρίτης, μουστάκι περιποίηση, μουστάκι στο στρατό, μουστάκι ορισμοί, μουστάκι με κλωστή, μουστάκι λεξικό γλώσσας δανικά, μουστάκι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μουσκέτο στα δανικά - musket, af Musket, gevær, musketten, musketter
  • μουσκεύω στα δανικά - RET, r, hand, retr
  • μουστάρδα στα δανικά - sennep, sennepsolie, sennepsmel, mustard
  • μουστερής στα δανικά - kunde, Mousteris
Τυχαίες λέξεις
Μουστάκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: overskæg, moustache, mustache, overskægget