Νόημα στα δανικά

Μετάφραση: νόημα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sans, mening, betyder, hvilket betyder
Νόημα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νόημα

νόημα παλυβού, νόημα ζηνα, νόημα των χριστουγέννων, νόημα συνώνυμα, νόημα στη ζωή, νόημα λεξικό γλώσσας δανικά, νόημα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • νωρίς στα δανικά - tidlig, tidligt, begyndelsen, begyndelsen af, tidlige
  • νωχελής στα δανικά - doven, indolent, indolente, ugidelig, magelig
  • νόμιζα στα δανικά - tanke, troede, tænkte, syntes, trøde
  • νόμιμα στα δανικά - lovligt, juridisk, retligt, lovlig, er lovligt
Τυχαίες λέξεις
Νόημα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sans, mening, betyder, hvilket betyder