Νύμφη στα δανικά
Μετάφραση: νύμφη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nymfe, nymfen, nymph
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νύμφη
νύμφη του θερμαϊκού, νύμφη ηχώ, νύμφη του αιγαίου, νύμφη αρέθουσα, νύμφη νέδα, νύμφη λεξικό γλώσσας δανικά, νύμφη στα δανικά
Μεταφράσεις
- νότιος στα δανικά - sydlig, søndre, Southern, sydlige, det sydlige, Syddansk, sydlige del
- νότος στα δανικά - syd, sydlig, Supper, danske, South, sydlige
- νύξη στα δανικά - grave, vink, hentydning, allusion, hentydningen, hentydninger, hentydes
- νύστα στα δανικά - søvnighed, søvnighed i, træthed, døsighed
Τυχαίες λέξεις
Νύμφη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nymfe, nymfen, nymph
Μεταφράσεις: nymfe, nymfen, nymph