Ορδή στα δανικά
Μετάφραση: ορδή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
horde, horder, flok, horde af, Hordes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορδή
χρυσή ορδή, ορδή λεξικό, ορδή ετυμολογία, ορδή συνωνυμα, ορδή βικιλεξικο, ορδή λεξικό γλώσσας δανικά, ορδή στα δανικά
Μεταφράσεις
- οργωτής στα δανικά - orgotis
- οργώνω στα δανικά - pløje, plov, ploven, plow, plovens, plough
- ορειβάτης στα δανικά - bjergbestiger, Mountaineer, bjergbestigeren, af Mountaineer
- ορειβασία στα δανικά - bjergbestigning, klatring, klatre, at klatre, climbing
Τυχαίες λέξεις
Ορδή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: horde, horder, flok, horde af, Hordes
Μεταφράσεις: horde, horder, flok, horde af, Hordes